Μία ιστορία


  Το κρύο έξω ήταν έντονο, δεν ήμουν αναγκασμένος να φύγω από τη ζέστη του δωματίου μου και να πάω για πεζοπορία. Ο ζεστός καφές αγκαλιασμένος από το χοντρό φλιτζάνι, μου πρότεινε να ακολουθήσω το παράδειγμα του και να μείνω στο σπίτι, ο καπνός που έβγαινε από τα σπλάχνα του καφέ όμως, σκορπίζοντας τη μυρωδιά του σε όλες τις κατευθύνσεις, με παρότρυνε να σηκωθώ και να ακολουθήσω το παράδειγμα του.
  Αυτό και έκανα λοιπόν, σηκώθηκα και φορώντας το μπουφάν μου άνοιξα την πόρτα και εκτέθηκα στον παγερό αέρα. Στην συνέχεια, άφησα τον εαυτό μου να σκορπιστεί σε όποια κατεύθυνση του έκανε κέφι, ακριβώς όπως έκανε και ο καπνός του καφέ.
  Μία ώρα αργότερα, βρέθηκα σε ένα πυκνό δάσος και αρκετά ψηλότερα από τα ύψη που διανύω στις συνηθισμένες πεζοπορίες μου. Αποφάσισα να ανέβω ψηλότερα και το έκανα. Σε μισή ώρα ήμουν σε υψόμετρο τόσο ψηλό, που ποτέ δεν είχα ανέβει παλιότερα. Κοίταξα την ψηλότερη κορυφή του βουνού που βρισκόμουν και διαπίστωσα ότι σε μία ώρα και χωρίς βιασύνη θα βρισκόμουν πάνω της. Κάτι εντελώς άγνωστο μα πολύ δυνατό με ωθούσε να την ανέβω, κάτι εντελώς απροσδιόριστο με καλούσε να πάω εκεί..
  Μία ασυγκράτητη συγκίνηση και μία άλογη υπερηφάνεια σε συνδυασμό με την μοναδική πανοραμική θέα ήταν η ανταμοιβή μου, όταν έφτασα εκεί ιδρωμένος και λαχανιασμένος. Σε λίγο, ένιωσα ρίγος από το έντονο κρύο που με διαπερνούσε, αλλά δεν με σκότιζε και πολύ αυτό, γιατί μπροστά μου απλωνόταν ένας από τους άπειρους καμβάδες ασύλληπτης ομορφιάς, που μας προσφέρει η Φύση. Μόνο η Φύση έχει την δύναμη να γαληνέψει την ψυχή και το πνεύμα ως τα θεμέλια τους. Η καρδιά γαληνεύει απόλυτα και οι σκέψεις βρίσκουν την σωστή πορεία τους. Η μαγεία και η μοναδικότητα της Φύσης, καταφέρνουν πάντα να γαληνεύουν τον άνθρωπο και να τον κάνουν να ξεχνάει παντελώς τα προβλήματα του και τις σκοτούρες της ζωής του. Η μοναχικότητα εκείνων των στιγμών, σε συνδυασμό με τα απέραντα πεδία της Φύσης, που απλωνόταν μπροστά μου, με έκαναν να νιώσω ότι ήμουν κάποιος βασιλιάς που ατένιζε γεμάτος καμάρι το τεράστιο βασίλειο του και ένιωθε υπερηφάνεια επειδή όλα αυτά του άνηκαν. Εγώ δεν ένιωσα υπερηφάνεια γιατί ήξερα ότι δεν μου άνηκαν, γιατί δεν ήθελα να μου ανήκουν και γιατί δεν μπορούσαν όλα αυτά να ανήκουν σε κανέναν. Η Φύση και η Γη, δεν ανήκουν ποτέ σε κανέναν! Ναι, αυτή η σκέψη μου άρεσε και έκλεισα τα μάτια μου στηριζόμενος σε έναν τεράστιο βράχο, για να ξεκουραστώ και να αναπνεύσω τον καθαρό αμόλυντο  παγωμένο αέρα.
  Δεν είχαν περάσει ούτε πέντε λεπτά, όταν άκουσα κάτι απροσδιόριστο να με καλεί, όπως όταν ήμουν στην μέση του βουνού. Με καλούσε και συνεχώς ένιωθα το κάλεσμα να γίνεται όλο και πιο αληθινό. Μετά από λίγο ήμουν σίγουρος, ότι κάποιος ήταν εκεί, κάποιος άλλος άνθρωπος βρισκόταν μαζί μου πάνω στην κορυφή του βουνού. Σηκώθηκα και κοίταξα τριγύρω, μα δεν είδα κάτι, έτσι αποφάσισα να κοιτάξω και πίσω από τον τεράστιο βράχο που στύλωνα πριν.
  Ήταν εκεί, ήταν αληθινό δεν μπορούσα να κάνω λάθος. Με κοιτούσε έντονα και το αίμα μου πάγωσε, τρόμαξα αλλά εκείνο έδειχνε ατάραχο. Ήταν ένα πανέμορφο μικρό κορίτσι με μαύρα ολόισια μαλλιά, θλιμμένα μπλε μάτια και κάτασπρο δέρμα. Φορούσε ένα παλιό ξεσκισμένο φορεματάκι που είχε το χρώμα του βράχου. Δεν ήξερα τι να κάνω και τι να πω, ήμουν ακόμα πολύ σαστισμένος. Ξαφνικά μου ήρθε η ανάγκη να το ρωτήσω εάν πεινούσε και να του δώσω να φορέσει κάποια ρούχα μου και στην συνέχεια να του ρωτήσω, πώς βρέθηκε εδώ. Δεν πρόλαβα όμως..
  Με κοίταξε με επίμονο αλλά γαλήνιο βλέμμα και μου είπε     «Θα μπορούσα να σας εξοντώσω, γιατί με αδικήσατε και με κακομεταχειριστήκατε, αλλά δεν το έκανα. Τι καλύτερο υπάρχει εκεί ψηλά, που είναι όλα απροσδιόριστα και πεθαμένα από την ομορφιά και την ζωντάνια που σας δωρίζω εγώ; Γιατί ψάχνετε να βρείτε λύτρωση στο τίποτα του υπέρ-πέραν και στις κενές φανταστικές δημιουργίες σας, όταν εγώ σας προσφέρω απλόχερα στα πόδια σας την καθημερινή και την μεταθανάτια λύτρωση που αναζητάτε..»
  Εκείνη την στιγμή, σε μία ξαφνική τεράστια δίνη αέρα και αστερόσκονης, καθώς τα πάντα σκοτείνιασαν γύρω μου, έχασα από τα μάτια μου το μικρό κορίτσι. Τα μάτια μου έκλεισαν και έχασα τις αισθήσεις μου.
  Άνοιξα τα μάτια μου και είδα ότι βρισκόμουν έξω από την πόρτα του μοναχικού σπιτιού μου, σηκώθηκα μέσα στην παραζάλη και μπήκα μέσα. Ο καφές ήταν ακόμα εκεί, παγωμένος και ανέγγιχτος. Δεν ήμουν σε θέση να σκεφτώ αυτά που έγιναν, γιατί είχα πιάσει με απίστευτη ταχύτητα ένα φύλλο χαρτί και ένα μολύβι και παρακινούμενος από τον οίστρο που με διαπερνούσε ολοκληρωτικά, άρχισα να γράφω τα παρακάτω ꞉
  «Ας στρέψουμε το βλέμμα μας και την αφοσίωση μας στην Γη, στην επίγεια ενεργειακή οντότητα που μας κατακλύζει.. Να αρνηθούμε να ξανά κοιτάξουμε στους ουρανούς, αναζητώντας θεούς και κοσμογονικούς πατέρες. Ας κοιτάξουμε ο ένας τον άλλο, με φόντο την Γη μας και όχι το χάος που απλώνεται πάνω μας. Ας γίνουμε πιο ανθρώπινοι και φυσικοί! Ας προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε κάθε πτυχή του εαυτού μας, για να δώσουμε απαντήσεις σε αιώνια προβλήματα, που μας ταλαιπωρούν από την εποχή που σαν είδος, κουρνιάζαμε στο λίκνο της ζωής και της αβεβαιότητας. Ας στρέψουμε παντοτινά επιτέλους το βλέμμα μας στον άνθρωπό και στον ανυπολόγιστα πολύτιμο θησαυρό που κουβαλάει πάνω του, τον μυαλό του..  Ας αγνοήσουμε όλους αυτούς, που στέκονται εμπόδιο σε αυτή την ιδέα, σε αυτή την αλήθεια. Ας ξεκινήσει η συγκομιδή της αλήθειας και η ροή της υπέρ- γήινης  πορεία μας, για την καταξίωση Γήινων αξιών, χωρίς ο χρόνος και ο χώρος να φαντάζουν εμπόδια. Εμείς θα ορίσουμε τον χρόνο και εμείς θα προσδιορίσουμε τον χώρο. Ας γίνουμε σκληροί απέναντι στους εαυτούς μας, τους όμοιους μας και τους εχθρούς μας.! Ας διαλύσουμε αποφασιστικά το πέπλο της αναλήθειας και της ασχήμιας και ας διασχίσουμε θριαμβευτικά τις κορυφές της αλήθειας και της ομορφιάς. Ας αγαπήσουμε τη Γη και τη γήινη καταγωγή μας, όπως θα μας ταίριαζε να κάνουμε..»

  Έπειτα αφού έγραψα όσα βρισκόταν μέσα μου, ξελαφρωμένος πια από τον οίστρο μου και εντελώς εξουθενωμένος ξάπλωσα κατευθείαν στο κρεβάτι μου, όπου ο Μορφέας μου σφάλισε γρήγορα τα μάτια.. 

Σ. Γούναρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου